Δευτέρα 2 Ιουνίου 2025

Κλεάνθης ο Άσσιος

 

ΚΛΕΑΝΘΗΣ ο Άσσιος

ΚΛΕΑΝΘΗΣ Χαρακτικό του Th. Galle βασισμένο σε σχέδιο του  P. P. Rubens (1605)

     Ο Κλεάνθης (330 - 232) από την πόλη Άσσο της Τρωάδας υπήρξε φιλόσοφος, μαθητής του ιδρυτή της σχολής του Στωικισμού  (“Στοά” των Αθηνών) Ζήνωνα του Κιτιέως (334 - 262), τον οποίον και διαδέχτηκε στην ηγεσία της σχολής.

      Για την Άσσο, και τον ηγεμόνα της φιλόσοφο Ερμία, πληροφορίες πιο κάτω, στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ.  


     Ο Κλεάνθης ο Άσσιος (Διογένης Λαέρτιος, VII, 170), ένας πτωχότατος πρώην πυγμάχος αθλητής, έφθασε στην Αθήνα γύρω στο έτος 282, όντας 52 ετών και με μόνον 4 δραχμές στο πουγκί του. Στην Αθήνα σπούδασε φιλοσοφία, αρχικά επί 4 έτη υπό τον κυνικό φιλόσοφο Κράτητα  μετά και κυρίως υπό τον Ζήνωνα επί 14 πλήρη έτη.

      Ο Ζήνωνας είχε και αυτός προηγούμενα δάσκαλο τον Κράτη.

     Παρακολουθούσε ανελλιπώς τις παραδόσεις του Ζήνωνα, έτσι, για να κερδίζει τα προς το ζην, ήταν παρά την ηλικία του, ήταν υγιής και ρωμαλέος (κάποιοι τον αποκαλούσαν «Δεύτερο Ηρακλέα»), εργαζόταν την νύκτα ως αρτεργάτης, ή αντλούσε νερό για λογαριασμό ενός κηπουρού (Ένεκα τούτου απεκλήθη και….. “Φρεάντλης”!).

    Λέγεται ότι οι Αθηναίοι, τον είχαν παραπέμψει στον Άρειο Πάγο - κατά τα νόμιμα της πόλεως - για να εξηγήσει από πού αντλούσε τα προς το ζην, αφού οι οικονομικοί πόροι του  δεν ήταν φανεροί. Όταν όμως κατέθεσαν υπέρ αυτού ο κηπουρός, για λογαριασμό του οποίου αντλούσε νερό, και η γυναίκα, στον αλευρόμυλο και φούρνο της οποίας εργαζόταν, οι δικαστές συγκινήθηκαν σε τέτοιο βαθμό για την αφοσίωσή του στη φιλοσοφία, ώστε ψήφισαν να του χορηγηθούν -τιμής ένεκεν- δέκα (10) μναι από το ταμείο της πόλεως. Ωστόσο,  ο δάσκαλός του  Ζήνωνας δεν του επέτρεψε να δεχθεί το χρηματικό αυτό βραβείο……

     Ο Πλούταρχος αφηγείται: «Ο βασιλιάς Αντίγονος (Β΄, Γονατάς), ο οποίος υπήρξε μαθητής του Ζήνωνα Κιτιέως, όταν μετά από καιρό είδε κάποτε στην Αθήνα τον Κλεάνθη και τον ρώτησε: «Αλέθεις ακόμα «Κλεάνθη;» εκείνος του απάντησε: «Αλέθω, βασιλιά, και το κάνω για να μη χάσω τη διδασκαλία του Ζήνωνα και τη φιλοσοφία»! Πόσο σπουδαίο φρόνημα είχε ο άνθρωπος που άλεθε σιτάρι με το χέρι και έψηνε ψωμί, συγχρόνως έγραφε για τους θεούς, για τη σελήνη, για τα άστρα και για τον ήλιο!

                                                                      [Πλούταρχος,  “Περί του μη δειν δανείζεσθαι”]


        Ο Αντίγονος Β΄ Γονατάς (319 – 239) ήταν γιός του Δημήτριου του Πολιορκητή και της θυγατέρας του Αντίπατρου Φίλας.  Το 263 κατέλαβε την Αθήνα, όπως και την Σπάρτη και όλη την νότια Ελλάδα, στην οποία εγκατέστησε μακεδονική φρουρά.

      Ο Κλεάνθης υπήρξε αξιοσέβαστη προσωπικότητα, όχι τόσο εύστροφος όσο επίμονος, με πλήρη πνευματικότητα (θρησκευτικότητα), σεμνός. Ο δάσκαλός του Ζήνωνας τον παρομοίαζε με τις σκληρές δέλτους από κερί, πάνω στις οποίες δύσκολα μεν χαράσσονται τα γράμματα, αλλ’ άπαξ χαραχθέντα διατηρούνται επί πολύ. Ασκούσε κριτική και στον εαυτό του, μάλιστα, όταν ένας μαθητής στην Στοά, ο Αρίστων ο Χίος, κάποτε τον ερώτησε «ποιόν επιπλήττει», αυτός απάντησε «έναν γέροντα, που έχει μεν άσπρα μαλλιά όχι όμως μυαλό». 

       Διαδέχτηκε τον Ζήνωνα και διετέλεσε ο μετά απ’ αυτόν πρώτος σχολάρχης της Στοάς, την οποίαν διηύθυνε για πάνω από τριάντα (30) χρόνια, αφού πέθανε σε βαθιά γεράματα (99 ετών!;). Λέγεται, ότι αυτός ο ίδιος έδωσε τέλος στη ζωή του, παύοντας να λαμβάνει, τροφή, όπως -πιθανόν- έκανε και ο Ζήνωνας, ενέργεια επιτρεπτή κατά την Στωική διδασκαλία.

     Οι Στωικοί συνιστούσαν την οικειοθελή και έντιμη, δια της αυτοκτονίας, «εξαγωγήν εκ του βίου»! 

     Πολύ αργότερα, η Ρωμαϊκή Σύγκλητος έστησε, προς τιμήν του φιλοσόφου, ένα άγαλμά του στην ιδιαιτέρα πατρίδα του, Άσσο. Τον Κλεάνθη διαδέχτηκε ο μαθητής του Χρύσιππος ο Σολεύς  (280 – 206 π.Χ.), σημαίνων φιλόσοφος, ο οποίος έδωσε και την οριστική μορφή στη Στωική διδασκαλία.

 Η φιλοσοφία του Κλεάνθη

     Η φιλοσοφική δραστηριότητα του Κλεάνθους είχε συντηρητικά χαρακτηριστικά, καθώς δεν προήγαγε τόσο τις διδασκαλίες του Ζήνωνος, όσο τις συμπλήρωσε και διαφύλαξε. Δημιούργησε υποκατηγορίες στην στωική τριχοτόμηση της Φιλοσοφίας (Λογική – Φυσική – Ηθική), θέτοντας τη Διαλεκτική και Ρητορική υπό την Λογική, συνδέοντας την Ηθική (δηλ. την μελέτη των ηθικών αρχών του βίου) με την Πολιτική (δηλ. τις συντακτικές αρχές της πολιτείας) και συνενώνοντας την Φυσική την Θεολογία Οι πιο πάνω θέσεις είναι ανάλογες με αυτές του Αριστοτέλη.  Αξιολόγησε τον Ήλιο (αντί του Αιθέρα) ως «Ηγεμονικό» του Κόσμου.


     «Ηγεμονικόν» χαρακτήριζαν οι Στωικοί το κυριαρχικό μέρος της ψυχής, που είναι το λογικό.

       Ο Κλεάνθης επικροτεί τις θέσεις του δασκάλου του, ότι κάθε άνθρωπος οφείλει να έχει στη ζωή του τον ίδιο ανώτερο και ηθικό προορισμό, να επιδιώκει τον ίδιο σκοπό («τέλος») και να λαμβάνει την ίδια αμοιβή. Διεύρυνε την διατύπωση του Ζήνωνα) ως προς το «ομολογουμένως ζην» προσθέτοντας το «τήι φύσει».

        Πλέον, «Ο στωικός πρέπει να ζει σε απόλυτη εσωτερική συμφωνία (ομολογία) προς την Φύση» («ομολογουμένως τήι φύσει ζήν»).  

     Μόνον τα μέσα και οι διαδρομές προς την επίτευξη του σκοπού είναι διαφορετικά από άνθρωπο σε άνθρωπο, αν και από την φύση έχουν διανεμηθεί κατά δίκαιο και αμερόληπτο τρόπο. Η φύση δεν κάνει διακρίσεις, παραγκωνισμούς και αδικίες, αλλά για όλους ισχύουν οι ίδιοι νόμοι και όλοι είναι τέκνα της ιδίας Αρχής.

     Ο Κλεάνθης αποδείκνυε ότι η ψυχή είναι σωματικής φύσεως (υλική) με τον εξής (αξιοπρόσεκτο) συλλογισμό:

     «Κανένα ασώματο δεν συμπάσχει με σώμα, ούτε σώμα συμπάσχει με ασώματο, όμως σώμα συμπάσχει με σώμα. Η ψυχή συμμερίζεται τις μεταβολές του σώματος (όπως σε περίπτωση νόσου ή κατατομής), όπως και το σώμα συμμερίζεται τα παθήματα της ψυχής (π.χ. λόγω ντροπής το σώμα κοκκινίζει ή γίνεται ωχρό)».

     Επίσης, ο Κλεάνθης εφρόνει ότι όλες οι ατομικές ψυχές εξακολουθούν να υπάρχουν μέχρι της εκπυρώσεως, οπότε απορροφώνται στους κόλπους του Δία.


     Η Στωική φιλοσοφία, ακολουθούσα δοξασίες του Ηράκλειτου και του Πλάτωνα, δέχεται ότι ο κόσμος είναι φθαρτός, καταστρεφόμενος δι’ «εκπυρώσεως (= εις πυρ ανάλυσις των όντων) και αναγεννώμενος πάλιν εκ νέου, περιοδικώς»

   (Κ. Δ. ΓΕΩΡΓΟΥΛΗΣ, Ιστορία της Ελλ. φιλοσοφίας, σελ. 374-391).

 Τα έργα του Κλεάνθη

     Ο Διογένης ο Λαέρτιος, διασώζει ένα κατάλογο 50 έργων του, από τον Χανς Φον Άρνιμ μελετήθηκαν σε 57 στο σύνολο, στην πλειονότητά τους ηθικού περιεχομένου, ανάμεσά τους και ερμηνευτικά έργα στον Όμηρο και στον Ηράκλειτο τον Εφέσιο. Μερικά απ’ αυτά είναι:

     «Περί Χρόνου», «Περί της του Ζήνωνος φυσιολογίας», «Ερωτική Τέχνη», «Αρχαιολογία», «Περί Ευβουλίας», «Ηρακλείτου Εξηγήσεις», «Περί Αισθήσεως», «Περί Τέχνης», «Περί Αρετών», «Περί Ελευθερίας», «Περί Νόμων», «Περί Επιστήμης», «Περί του ότι η αυτή Αρετή Ανδρός και Γυναικός», «Περί Διαλεκτικής» κ.ά.

      Από τα έργα του Κλεάνθη, διασώθηκε, από τον Στοβαίο, ο «Ύμνος εις Δία», μία προσπάθεια να τεθεί η ποίηση στην υπηρεσία της φιλοσοφικής γνώσεως.

      Ο «Ὕμνος εἰς Δία», το μόνο πλήρως σωζόμενο ποιητικό του έργο, φαίνεται ότι κοσμούσε ένα από τα πεζά φιλοσοφικά του έργα.  Έχει την βασική δομή του Ύμνου (Επίκληση, ἀρεταὶ του θεού, δέηση, αποχαιρετισμός), ωστόσο πολλά στοιχεία του μύθου είναι προσαρμοσμένα στις Στωικές θεολογικές απόψεις, όπως η σημασία που αποδίδεται στον κεραυνό που σχετίζεται με τη Στωική αντίληψη για τη δημιουργική δύναμη του καθαρού πυρός, και η προσφώνηση "πολυώνυμε" που δεν αναφέρεται, ως συνήθως, στα πολλά θεωνύμια, αλλά στη Στωική αντίληψη για το Θεό ως Λόγο (= την λογική αρχή που διέπει τα πάντα), τον νόμο-ειμαρμένη (οιονεί άφευκτη αναγκαιότητα), την πρόνοια.

      Ο  Ὕμνος του Κλεάνθη είναι γραμμένος σε εξάμετρο, περιέχει μια ποιητική σύνθεση των ακρογωνιαίων λίθων του Στωικισμού, και απ’ αυτόν σώζονται 40 στίχοι. Στον ο θεός τιμάται ως ο Λόγος, δηλ. η θεϊκή αρχή που διέπει ύψιστα τον νόμο του κόσμου.

       Ο Ύμνος έχει αναφορές στον Ηράκλειτο, του οποίου οι αντιλήψεις για τον κόσμο (ιδιαίτερα η σημασία της φωτιάς) επηρέασαν -κατά τον Κλεάνθη- τις απόψεις του Ζήνωνα. Παρ᾽ όλο δε που η παραδοσιακή εικόνα του Δία αποκτά στωικά χαρακτηριστικά, ο Ύμνος φανερώνει βαθιά και γνήσια θρησκευτική ευλάβεια.

 

ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ: "Ὕμνος εἰς Δία"

 Πρώτε των θεών, πολυώνυμε, παντοτινή εξουσία,

αρχή της πλάσης, που όλα εσύ τα κυβερνάς με νόμο.

Ω Δία, σε χαιρετώ·

γιατί κάθε θνητός εσένα

είναι σωστό να προσφωνεί·

βαστούμε απ᾽ τη γενιά σου·


 Απ᾽ όσα πλάσματα στη γη ζουν και σαλεύουν,

Μόνοι εμείς είμαστε ομοίωμα του σύμπαντος·

για τούτο σε υμνώ,

 γι᾽ αυτό θα τραγουδώ τη δύναμή σου πάντα.

Ναι, ο κόσμος όλος, ως γυρνά γύρω απ᾽ τη γη,

 Ακολουθεί τους ορισμούς σου,

πρόθυμα στην εξουσία σου σκύβει·


 Αλλά κρατάς κι ένα βοηθό στ᾽ ανίκητά σου χέρια,

το κοφτερό, πάντ᾽ άγρυπνο, φλογάτο αστροπελέκι·

πέφτει, χτυπά και τρέμουνε τα πάντα μες στην πλάση.

Μ’ αυτό καθοδηγείς το νου, που τρέχει μέσα σε όλα,

που σμίγει - φως - και με μικρά και με μεγάλα φώτα,

και που η πνοή του διαπερνά του κόσμου βάθη και ύψη.


 Έτσι των όλων βασιλιάς ανώτατος εσύ ᾽σαι,

δίχως εσέ, ω θεέ, στη γη δεν γίνεται έργο

 ούτ᾽ ένα ούτε στο πέλαγο, ή ψηλά μέσα στο θείον αιθέρα,

έξω όσα κάνουν οι κακοί μες στην ανεμυαλιά τους.

 Ολοκληρώνεις τα λειψά,

σε τάξη βάζεις κι όσα δεν έχουνε,

για σε αρεστά και τα δυσάρεστα είναι.

Γιατί όλα εσύ, καλά ή κακά, τα ᾽σμιξες έτσι σε ένα,

ώστε ένα αιώνιο νόημα να υπάρχει για όλα·


  Όσοι είναι κακοί θνητοί, το διώχνουνε, ζητούν να το ξεφύγουν·

τρελοί, που, ενώ αγαθά ποθούνε πάντα ν᾽ αποχτήσουν,

του θεού το νόμο τον κοινό δε βλέπουν, δεν ακούνε·

που αν τον ακολουθούσαν, λογικά κι ευγενικά θα ζούσαν.

 Μα αυτοί, οι ανόητοι, στο κακό χιμούν, καθένας σε άλλο·

τούτοι τη δόξα κυνηγούν - μαύρο κυνήγι -,

εκείνοι χωρίς μια στάλα συστολή στα κέρδη έχουν το νου τους

κι άλλοι στην καλοπέραση, στις ηδονές της σάρκας.

 Πασκίζουν ανειρήνευτα, μια δω μια κει, και φτάνουν

σε τέρμα αντίθετο εντελώς, απ᾽ ό,τι πεθυμούσαν.


 Δία των νεφών, των κεραυνών, Δία δωρητή των πάντων,

φύλαε τον κόσμο απ᾽ τη φριχτή ανεγνωμιά·

Πατέρα, σκόρπα την πέρ᾽ απ᾽ τις ψυχές,

 και κάμε νά ᾽βρουν όλοι το νου, που δίκια εσύ μ᾽ αυτόν τα πάντα τιμονεύεις.

 Έτσι, τιμώντας μας, κι εσύ τιμή από μας θα λάβεις.

Θα υμνούμε αιώνια τα έργα σου, σαν που οι θνητοί χρωστούνε·

προνόμιο ανώτερο απ᾽ αυτό θνητοί ή θεοί δεν έχουν:

κατά το δίκιο ν᾽ ανυμνούν το νόμο τον παγκόσμιο.

                                                                                                                                             (Μετάφραση: Θρασύβουλος Σταύρου)

ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ "Ὕμνος εἰς Δία"

κύδιστ᾽ ἀθανάτων, πολυώνυμε παγκρατὲς αἰεί,
Ζεῦ, φύσεως ἀρχηγέ, νόμου μετὰ πάντα κυβερνῶν,
χαῖρε· σὲ γὰρ καὶ πᾶσι θέμις θνητοῖσι προσαυδᾶν.
ἐκ σοῦ γὰρ γενόμεσθα, θεοῦ μίμημα λαχόντες
5
μοῦνοι, ὅσα ζώει τε καὶ ἕρπει θνήτ᾽ ἐπὶ γαῖαν·
τῷ σε καθυμνήσω, καὶ σὸν κράτος αἰὲν ἀείσω.

σοὶ δὴ πᾶς ὅδε κόσμος ἑλισσόμενος περὶ γαῖαν
πείθεται ᾗ κεν ἄγῃς, καὶ ἑκὼν ὑπὸ σεῖο κρατεῖται·
τοῖον ἔχεις ὑποεργὸν ἀνικήτοις ἐνὶ χερσὶν
10
ἀμφήκη πυρόεντ᾽ αἰειζώοντα κεραυνόν·
τοῦ γὰρ ὑπὸ πληγῇς φύσεως πάντ᾽ ἔργα βέβηκεν,
ᾧ σὺ κατευθύνεις κοινὸν λόγον, ὃς διὰ πάντων
φοιτᾷ μιγνύμενος μεγάλῳ μικροῖς τε φάεσσιν ***
{ὡς τόσσος γεγαὼς ὕπατος βασιλεὺς διὰ παντός.}
15
οὐδέ τι γίγνεται ἔργον ἐπὶ χθονὶ σοῦ δίχα, δαῖμον,
οὔτε κατ᾽ αἰθέριον θεῖον πόλον, οὔτ᾽ ἐνὶ πόντῳ,
πλὴν ὁπόσα ῥέζουσι κακοὶ σφετέραισιν ἀνοίαις.
ἀλλὰ σὺ καὶ τὰ περισσὰ ἐπίστασαι ἄρτια θεῖναι,
καὶ κοσμεῖν τἄκοσμα, καὶ οὐ φίλα σοὶ φίλα ἐστίν.
20
ὧδε γὰρ εἰς ἓν πάντα συνήρμοκας ἐσθλὰ κακοῖσιν,
ὥσθ᾽ ἕνα γίγνεσθαι πάντων λόγον αἰὲν ἐόντα,
ὃν φεύγοντες ἐῶσιν ὅσοι θνητῶν κακοί εἰσιν,
δύσμοροι, οἵ τ᾽ ἀγαθῶν μὲν ἀεὶ κτῆσιν ποθέοντες
οὔτ᾽ ἐσορῶσι θεοῦ κοινὸν νόμον οὔτε κλύουσιν,
25
ᾧ κεν πειθόμενοι σὺν νῷ βίον ἐσθλὸν ἔχοιεν·
αὐτοὶ δ᾽ αὖθ᾽ ὁρμῶσιν ἄνοι κακὸν ἄλλος ἐπ᾽ ἄλλο,
οἳ μὲν ὑπὲρ δόξης σπουδὴν δυσέριστον ἔχοντες,
οἳ δ᾽ ἐπὶ κερδοσύνας τετραμμένοι οὐδενὶ κόσμῳ
ἄλλοι δ᾽ εἰς ἄνεσιν καὶ σώματος ἡδέα ἔργα
30
. . . . . . . . . . . . . ἐπ᾽ ἄλλοτε δ᾽ ἄλλα φέροντα,
σπεύδοντες μάλα πάμπαν ἐναντία τῶνδε γενέσθαι.

ἀλλὰ Ζεῦ πάνδωρε κελαινεφὲς ἀργικέραυνε,
ἀνθρώπους ῥύου ‹μὲν› ἀπειροσύνης ἀπὸ λυγρῆς,
ἣν σύ, πάτερ, σκέδασον ψυχῆς ἄπο, δὸς δὲ κυρῆσαι
35
γνώμης, ᾗ πίσυνος σὺ δίκης μέτα πάντα κυβερνᾷς,
ὄφρ᾽ ἂν τιμηθέντες ἀμειβώμεσθά σε τιμῇ,
ὑμνοῦντες τὰ σὰ ἔργα διηνεκές, ὡς ἐπέοικε
θνητὸν ἐόντ᾽, ἐπεὶ οὔτε βροτοῖς γέρας ἄλλο τι μεῖζον
οὔτε θεοῖς, ἢ κοινὸν ἀεὶ νόμον ἐν δίκῃ ὑμνεῖν.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ


     Η πόλη της Τρωάδας Άσσος

      Η πατρίδα του Κλεάνθη Άσσος ήταν αρχαία ελληνική πόλη στην περιοχή της Τρωάδας, η οποία ιδρύθηκε από Αιολείς από τη Μήθυμνα της Λέσβου, τον 10ο αιώνα π.Χ.  Ήταν παράλια πόλη που βρισκόταν στις βόρειες ακτές του Αδραμυττηνού κόλπου, ακριβώς απέναντι από τη Λέσβο. Μια περίοδο κυβερνήθηκε από τον μαθητή του Πλάτωνα και φίλο του Αριστοτέλη, Ερμία τον Αταρνέα.

 

        Ἑρμίας ὁ Ἀταρνεύς

        Ἑρμίας Ἀταρνεύς, με καταγωγή από τη Βιθυνία, αρχικά δούλος - ευνούχος του τραπεζίτη και τυράννου του Αταρνέως Ευβούλου, αργότερα κέρδισε την ελευθερία του και κληρονόμησε την διοίκηση της πόλεως Ατάρνειας. Χάρη στην εύστροφη πολιτική του επεκτάθηκε και σε άλλες γειτονικές πόλεις στην Μικρά Ασία, όπως η Άσσος, πόλη την οποίαν οχύρωσε ισχυρά.

 

       Ο Αριστοτέλης (384-322), το έτος 348, έτος θανάτου του δασκάλου του Πλάτωνα υπό τον οποίον φοίτησε για 20 χρόνια, αναχώρησε από την Αθήνα, και έφθασε στην Άσσο της Τρωάδας. Μαζί ήταν και ο Ξενοκράτης ο Χαλκηδόνιος (396-314), ο οποίος το 339 έγινε ο τρίτος, μετά τον Πλάτωνα και τον  Σπεύσιππο, σχολάρχης της Ακαδημίας…..

     …. Τρεις εθεωρούντο οι καλύτεροι μαθητές του Πλάτωνα: Αριστοτέλης, Ξενοκράτης και  Σπεύσιππος.

      Την Άσσο τότε κυβερνούσαν οι Πλατωνικοί Έραστος και Κορίσκος (παλιοί συμμαθητές του Ερμία), διορισμένοι και  κάτω από την επικυριαρχία του συμμαθητού τους Ερμία. Με τον Ερμία ο Αριστοτέλης συνδέθηκε στενότατα, μάλιστα νυμφεύθηκε (341 π.Χ.), σε πρώτο γάμο, την ανηψιά και θετή κόρη του, την Πυθί(δ)α….

      Η Πυθιάς, ήταν 18 ετών τότε, ο Αριστοτέλης 43…… «Στα “Πολιτικά” του, ο Αριστοτέλης ορίζει ιδανική ηλικία για γάμο 37 έτη για τον σύζυγο, 18 για τη σύζυγό του….»!  ….. και συνεργάζονταν μαζί  σε έρευνες για την βιολογία. Έκαναν μία κόρη την Πυθί(δ)α την νεωτέρα.   

       Η πρεσβυτέρα Πιθιάς πέθανε, μετά το 326 π.Χ., στην Αθήνα. Ο Αριστοτέλης θρήνησε την γυναίκα του. Στη διαθήκη του παράγγειλε: «Όπου κι αν ταφώ, να μεταφερθούν και να τοποθετηθούν εκεί τα οστά της συζύγου μου Πυθίας, όπως η ίδια επιθυμούσε».

      Μετά το θάνατο της πρώτης του συζύγου ο Αριστοτέλης συνδέθηκε αργότερα, στην Αθήνα, με τη Σταγειρίτισσα Ερπυλλίδα, από την οποία απέκτησε ένα γιο, το Νικόμαχο.     

 

       Ο Αριστοτέλης, μετά από τριετή παραμονή και διδακτική εργασία στην Άσσο, μετακινήθηκε -με υπόδειξη του μαθητή του Θεόφραστου- στη Μυτιλήνη, όπου συνέχισε τις διδασκαλίες του για άλλα τρία χρόνια, διότι το έτος 345, με υπόδειξη του Ερμία, θα προσκληθεί από τον Φίλιππο, ως παιδαγωγός του γιού του Αλέξανδρου (356-323), και θα πάει λίγο αργότερα στη Μακεδονία.

      Η εκπαίδευση του Αλέξανδρου γινόταν άλλοτε στην πρωτεύουσα Πέλλα και άλλοτε στη Μίεζα, στο «Ιερό των Νυμφών», μια τοποθεσία κοντά στη σύγχρονη πόλη της Νάουσας της Ημαθίας. Δίπλα στον έφηβο βασιλόπαιδα Αλέξανδρο θα εκπαιδευτούν και άλλοι γόνοι της Μακεδονικής ελίτ, όπως ο Ηφαιστίωνας και ο Πτολεμαίος Λάγου, συμπολεμιστές του στην κατά των Περσών εκστρατεία του…..

       Στην αυλή του Μακεδόνα βασιλιά ο Αριστοτέλης θα μείνει ως το 336, έτος θανάτου του Φιλίππου. Το επόμενο έτος 335, αμέσως μετά την καταστροφή της Θήβας, ο Αριστοτέλης θα επανέλθει στην Αθήνα και θα ιδρύσει φιλοσοφική σχολή, στο Λύκειο…..   

        

     Αυτή, η «χρυσή περίοδος» της Άσσου, τελείωσε όταν έφθασαν οι Πέρσες, οι οποίοι με απάτη του Μέντορα του Ρόδιου συνέλαβαν τον Ερμία, τον πήγαν στον Πέρση βασιλιά Αρταξέρξη Γ΄, στα Σούσα, όπου τον βασάνισαν μέχρι θανάτου (341 π.Χ.). Υπομένοντας τα μαρτύρια “στωικά”, εξέφρασε μια μόνο  επιθυμία, ενώπιον του Αρταξέρξη Γ΄, πριν τον σταυρικό του θάνατο:

    «Πείτε στους φίλους και στους συντρόφους μου ότι δεν έχω κάνει τίποτα ανάξιο ή αντίθετο προς τη φιλοσοφία».

  Οι αδελφοί Μέμνων και Μέντωρ, με καταγωγή από τη Ρόδο, υπήρξαν στρατηγοί μισθοφόροι και σατράπες της Περσικής αυτοκρατορίας στα παράλια της Μ. Ασίας επί Αρταξέρξη και Δαρείου.

     Ο άτυχος Ερμίας βρισκόταν σε συνεννόηση με τον Φίλλιπο, για την προετοιμαζόμενη από τον βασιλιά της Μακεδονίας πανελλήνια κατά των Περσών εκστρατεία, κάτι που ήταν σε γνώση του φίλου του Αριστοτέλη, αλλά και αντιπάλων του Φιλίππου, όπως ο διάσημος Αθηναίος ρήτορας Δημοσθένης. Ο ανιψιός του Αριστοτέλη Καλλισθένης συνέθεσε  επικήδειο λόγο στη μνήμη του Ερμία.

 

      Ο Αριστοτέλης, βαθιά αναστατωμένος από την είδηση ​​της τρομερής μοίρας που επιφυλάχθηκε στον φίλο του, έγραψε αναθηματικό επίγραμμα που χαράχθηκε σε ένα κενοτάφιο στους Δελφούς.

      Ως κάτωθι:

"Τόνδε ποτ΄ οὐχ ὁσίως παραβὰς μακάρων θέμιν ἁγνὴν

ἔκτεινεν Περσῶν τοξοφόρων βασιλεύς͵

οὐ φανερῶς λόγχῃ φονίοις ἐν ἀγῶσι κρατήσας͵

ἀλλ΄ ἀνδρὸς πίστει χρησάμενος δολίου".

 

"Τούτον-εδώ, με τρόπο ανόσιο και παραβιάζοντας το άγιο δίκαιο των θεών,

θανάτωσε ο βασιλιάς των Περσών των τοξοφόρων,

δίχως καθαρά να τον νικήσει στη φονική τη μάχη με τη λόγχη,

μα χρησιμοποιώντας την αφοσίωση ενός επίβουλου άνδρα".

 

     Τον θάνατο του Ερμία ο Αριστοτέλης θρήνησε και με έναν ωραιότατο ύμνο, όπου εξήρε την αρετή ως «την πιο όμορφη ανταμοιβή της ζωής». 


Αριστοτέλη: Ύμνος προς τιμήν του Ερμία

 

Ἀρετά, πολύμοχθε γένει βροτείῳ,

θυρα κάλλιστω βίῳ,

σᾶς χαιρει, παρθένε, ρομφαιας

καὶ θαρσεῖν ζαλωτὸς υπερ Ἑλλάδος πότμος

καὶ πόνους τλῆναι μαλεροὺς ἀκάμαντας·

τοῖον ἐπὶ φρένα βάλλεις

καρπὸν ἰσαθάνατον χρυσοῦ τε κρεῖσσον

καὶ γονέων μαλακαυγήτοιό θ' ὕπνου.

 

Σεῦ δ' ἕνεχ' οὑκ Διὸς Ἡρακλέης Λήδας τε κοῦροι

πόλλ' ἀνέτλασαν ἔργοις

σὰν ἀγρεύοντες δύναμιν.

Σοῖς δὲ πόθοις Ἀχιλεὺς Αἴας τ' Ἀΐδαο δόμους ἦλθον·

σᾶς δ' ἕνεκεν φιλίου μορφᾶς Ἀταρνέος

ἔντροφος ἀελίου χήρωσεν αὐγάς.

 

Τοιγὰρ ἀοίδιμος ἔργοις, ἀθάνατόν τε μιν αὐξήσουσι Μοῦσαι,

Μναμοσύνας θύγατρες, Διὸς ξενίου σέβας αὔξουσαι

Φιλίας τε γέρας βεβαίου

(Διογένης  Λαέρτιος V)

 

      Οι Πέρσες εκδιώχθηκαν από την Μικρά Ασία από τους στρατιώτες του Μ. Αλεξάνδρου το 334 π.Χ. Ο Απόστολος Παύλος επισκέφθηκε την Άσσο, κατά το τρίτο ιεραποστολικό ταξίδι του μέσω της Μικράς Ασίας, το οποίο ήταν μεταξύ 53-57.  

        Από τότε και μετά, η Άσσος συρρικνώθηκε σε ένα μικρό χωριό.


ΕΠΙΜΥΘΙΟΝ

     Στην προηγούμενη ανάρτησή μας (25/5/2025) αναφερθήκαμε στον πρώτο διάδοχο του Επίκουρου στη σχολή «Κήπος» των Αθηνών, τον  Έρμαρχο από την Μυτιλήνη. Στην παρούσα, μνημονεύουμε τον Κλεάνθη από την Άσσο, πρώτο διάδοχο του Ζήνωνα στη σχολή «Στοά» των Αθηνών, και στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ κάνουμε αναφορά την Άσσο και  στον σημαντικό στην ιστορία της φιλοσοφίας ηγεμόνα της  Ἑρμία τον  Ἀταρνέα.

     Και οι δύο πιο πάνω φιλόσοφοι (Έρμαρχος και Κλεάνθης), πρώτοι διάδοχοι των ιδρυτών των σχολών του «Κήπου» και της «Στοάς» (αντ.), είναι ελάσσονες, συγκρινόμενοι με τους φημισμένους δασκάλους τους, τον Επίκουρο και τον Ζήνωνα. Ωστόσο υπήρξαν πιστοί - σταθεροί στα δόγματα των σχολών τους, τα επεξήγησαν και τα ανέπτυξαν με τις διδασκαλίες τους στη συνετή, μακρά και παράλληλη μεταξύ τους, θητεία τους ως σχολάρχες. Κυρίως όμως εδραίωσαν τις δύο φιλοσοφικές σχολές τους, οι οποίες μόνες – πρώτες σύντομα κυριάρχησαν στις δύο επόμενες ιστορικές περιόδους της ανθρωπότητας (Ελληνιστική και Ρωμαϊκή εποχή), μέχρι που ήρθαν σκοτεινά χρόνια….. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου